h

Το χρέος του κράτους με τις αντικειμενικές

Εχει περάσει σχεδόν μια οκταετία από την τελευταία αναπροσαρμογή των αξιών των ακινήτων βάσει των οποίων η εφορία επιβάλλει τους φόρους. Εκτοτε η κτηματαγορά καταστράφηκε, οι τιμές των ακινήτων κατέρρευσαν και ταυτόχρονα οι επιβαρύνσεις σχεδόν τριπλασιάστηκαν. Από περίπου 700-800 εκατ. ευρώ το χρόνο φόροι που επιβάρυναν την ιδιοκτησία, σήμερα μόνον ο ΕΝΦΙΑ «κοστίζει» στις τσέπες μας 2,7 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, οι εμπορικές τιμές έχουν υποχωρήσει πάνω από 40%, όμως, αν ρωτήσει κανείς τους μεσίτες κι αν δει τι συμβαίνει πραγματικά στην αγορά θα καταλάβει ότι έχει συντελεστεί ένας «Αρμαγεδδών».

Περιουσίες έχουν απαξιωθεί σε τέτοιο βαθμό που δεν κοστίζουν παρά ελάχιστα. Πολυτελή σπίτια που κάποτε άξιζαν 2 και 3 εκατ. ευρώ σήμερα προσφέρονται προς 600-700 χιλ. ευρώ αλλά και πάλι δεν υπάρχουν αγοραστές.

Σπίτια στην Αθήνα κοστίζουν όσο ένα… μεταχειρισμένο αυτοκίνητο, ήτοι 4 και 5 χιλιάδες ευρώ σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση για την ελληνική αγορά.

Και παρά την κατρακύλα της κτηματαγοράς η εφορία και γενικότερα το ελληνικό κράτος συνεχίζει να θεωρεί τους ιδιοκτήτες ακινήτων πλούσιους. Αλλωστε, με αντικειμενικές που πολλές φορές είναι ακόμη και πάνω από 70% υψηλότερες από τις εμπορικές (όπου μπορεί να καταγραφούν συναλλαγές βεβαίως) γίνεται αντιληπτό ότι το ίδιο το κράτος κλέβει τους πολίτες του.

Και μάλιστα δεν συμμορφώνεται με τις αποφάσεις των δικαστηρίων επικαλούμενη το δημοσιονομικό κόστος.

Ωστόσο, δεν μπορεί η κρίση στην οικονομία να αποτελεί δικαιολογία για τη μεγάλη κλοπή στα ακίνητα. Πρέπει άμεσα οι αρμόδιες υπηρεσίες να προχωρήσουν σε αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, να εξορθολογιστεί η φορολογία στην περιουσία και να ελαφρυνθούν τα βάρη όσων πολιτών έχουν αδικηθεί. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος.

Πρέπει να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στο άλλοτε ασφαλές καταφύγιο για την συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών.