Έρχεται νέο «φοροκαπέλο» σε χαμηλόμισθους, χαμηλοσυνταξιούχους και ακίνητα – Μονόδρομος οι περικοπές σε συντάξεις
Χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερες μειώσεις στις νέες συντάξεις
Μπορεί στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς να παίρνουν σειρά σήμερα τα «κόκκινα δάνεια» και το νέο Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων πλην όμως οι προβολείς έχουν στραφεί στα αυριανά ραντεβού για το φορολογικό και το συνταξιοδοτικό.
Ιδιαίτερα δε, μετά τους έξτρα φόρους που προκύπτουν ακόμη και για χαμηλόμισθους – χαμηλοσυνταξιούχους με εισοδήματα της τάξης των 7.272 ευρώ το χρόνο ή 606 ευρώ το μήνα.
Οι θεσμοί εμμένουν στην πρόταση τους για «κούρεμα» του σημερινού αφορολογήτου των 9.545 ευρώ, ενώ δεδομένη θεωρείται και η αύξηση της φορολογίας στα ενοίκια.
Την ίδια στιγμή, στα άκρα έχουν οδηγηθεί κυβέρνηση και δανειστές για το συνταξιοδοτικό.
Οι πιστωτές και ιδιαίτερα το ΔΝΤ, πιέζουν για μεγαλύτερες παρεμβάσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης ώστε να προκύψει μεγαλύτερη ανταποδοτικότητα για όσους εργαζόμενους έχουν από 25 έως 35 έτη ασφάλισης.
Όπως οι ίδιοι έχουν διαμηνύσει, χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερες μειώσεις στις νέες συντάξεις.
Μέχρι στιγμής, έχουν συμφωνηθεί μέτρα ύψους 900 εκατ. (σ.σ. ψηφίστηκαν το καλοκαίρι του 2015) και αναζητούνται άλλα τόσα κυρίως από τις κύριες συντάξεις.
Πρόκειται για αλλαγές που θα αναγκάσουν εκατομμύρια φορολογούμενους να βάλουν πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη και για το λόγο αυτό οι νέες διαβουλεύσεις με τους θεσμούς χαρακτηρίζονται ιδιαίτερα κρίσιμες.
Από την έκβαση τους θα διαφανεί αν τελικά η Αθήνα οδεύσει σε συμφωνία με τους θεσμούς μέχρι τις 25 Μαρτίου 2016 ή οι συζητήσεις με τους πιστωτές καταλήξουν σε «ναυάγιο».
Η ατμόσφαιρα πάντως στο Χίλτον όπου διεξάγονται αυτές οι συζητήσεις παραμένει «ηλεκτρισμένη», από τη στιγμή που συμβιβαστική λύση πάνω στα επίμαχα ζητήματα (νέες περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις, νέες φορολογικές κλίμακες για εισόδημα και εισφορά αλληλεγγύης, πρόσθετα μέτρα τριετίας 2016 – 2018 και διαχείριση «κόκκινων» δανείων ) δεν φαίνεται να υπάρχει για την ώρα.
Κυβέρνηση και δανειστές θα επιχειρήσουν αύριο να «παντρέψουν» τις προτάσεις τους πάνω στο φορολογικό όπου το κουαρτέτο ζητάει πρόσθετες φορολογικές επιβαρύνσεις οι οποίες θα πλήξουν τη «μαρίδα» των μισθωτών – συνταξιούχων που αποτελούν όμως και την πλειονότητα των φορολογούμενων.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσκαλώτος θα προσέλθει με νέα αντιπρόταση σε μια προσπάθεια να κάμψει τις πιέσεις των δανειστών για μικρότερο αφορολόγητο όριο στα επίπεδα των 7.000 έως 8.000 ευρώ έναντι 9.545 ευρώ που ισχύει σήμερα.
Χαμηλότερο αφορολόγητο σημαίνει μικρότερη έκπτωση φόρου που σήμερα φθάνει στα 2.100 ευρώ και το κουαρτέτο υποστηρίζει ότι θα πρέπει να υποχωρήσει στα 1.600 ευρώ. Το οικονομικό επιτελείο καταβάλει προσπάθειες προκειμένου η μείωση στην έκπτωση του φόρου να μην είναι μεγαλύτερη από 100 – 200 ευρώ.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε περίπτωση που η έκπτωση «κουρευτεί» κατά 100 ευρώ το αφορολόγητο «συρρικνώνεται» στα 9.090 ευρώ, ενώ για πιο βαθύ «κούρεμα» ήτοι 200 ευρώ το αφορολογήτου χαμηλώνει περαιτέρω και δη στα 8.636 ευρώ.
Με δεδομένη την πρόταση των θεσμών για αφορολόγητο κοντά στην ζώνη των 7.272 ευρώ, αυτό αντιστοιχεί σε έκπτωση του φόρου 1.600 ευρώ. Τούτο οδηγεί σε ένα «χαράτσι » το οποίο για τα χαμηλά εισοδήματα μπορεί να φθάσει ακόμη και τα 500 ευρώ, αφού με την πρόταση των θεσμών τις επιβαρύνσεις γλιτώνουν μόνο όσοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό των 580 ευρώ.
Αντίθετα, ωφελημένοι αυτού του σεναρίου είναι όσοι κατοικούν στα «ρετιρέ» της φορολογικής κλίμακας και δη όσοι έχουν εισοδήματα πάνω από τα 42.000 ευρώ.
Ενώ μέχρι σήμερα δεν δικαιούνταν την έκπτωση των 2.100 ευρώ, με την πρόταση των θεσμών για σταθερό αφορολόγητο θα έχουν την ίδια μείωση φόρου (1.600 ευρώ) με τους «μικρούς».
Να σημειωθεί ότι με βάση την ισχύουσα κλίμακα μισθωτών και συνταξιούχων, όσοι έχουν εισόδημα έως 21.000 ευρώ δικαιούνται στο ακέραιο την έκπτωση φόρου των 2.100 ευρώ η οποία οδηγεί σε έμμεσο αφορολόγητο 9.545 ευρώ.
Για εισοδήματα πάνω από 21.000 ευρώ, η έκπτωση φόρου των 2.100 ευρώ μειώνεται κατά 100 ευρώ για κάθε επιπλέον 1.000 ευρώ εισοδήματος και μέχρι το επίπεδο εισοδήματος των 42.000 ευρώ, στο οποίο η έκπτωση εξαλείφεται πλήρως.
Δεν είναι όμως μόνο το αφορολόγητο.
Η επιβολή του πρώτου φορολογικού συντελεστή 22% σε εισοδήματα έως 22.000 ευρώ και όχι έως 25.000 ευρώ όπως ισχύει σήμερα, θα σημάνει μεγάλες φορολογικές επιβαρύνσεις για μια μεγάλη μάζα φορολογουμένων.
Στόχος της πρότασης των δανειστών είναι να εισπραχθούν επιπλέον φορολογικά έσοδα άνω των 800 εκατ. ευρώ έναντι 600 εκατ. ευρώ της κυβερνητικής πρότασης.
Πρόκειται για ένα σχέδιο, το οποίο διαφέρει σημαντικά από αυτό της κυβέρνησης, το οποίο προβλέπει επιβαρύνσεις για εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ.
Όσον αφορά τα εισοδήματα από ενοίκια, τα δύο μέρη συμφώνησαν να προχωρήσει η φορολόγηση τους με βάση αυτά που ορίζει το μνημόνιο που ψηφίστηκε τον περασμένο Αύγουστο.
Δηλαδή θα ισχύσουν συντελεστές φόρου αυξημένοι από το 11% στο 15% για εισοδήματα από ενοίκια μέχρι του ύψους των 12.000 ευρώ και από το 33% στο 35% για τα ποσά άνω των 12.000 ευρώ.
Η κυβέρνηση έχει προτείνει επιπλέον και έναν συντελεστή 40% για τα εισοδήματα άνω των 45.000 ευρώ.
Στον αντίποδα αμετάβλητος θα παραμείνει ο τρόπος φορολόγησης του αγροτικού εισοδήματος μετά τις ανατροπές στο αφορολόγητο. Έτσι η αύξηση του συντελεστή από το 13% για το 2015 στο 20% για το 2016 και στο 26% για το 2017 «παγώνει» για την ώρα.
Στο ασφαλιστικό, το σχέδιο των δανειστών προβλέπει μεγαλύτερη αύξηση στα ποσοστά αναπλήρωσης για εργαζομένους με πάνω από 25 έτη ασφάλισης, διαφορετικά θα υπάρξουν μεγαλύτερες μειώσεις στις νέες συντάξεις.
Απαιτούν, επίσης μείωση της εθνικής σύνταξης από τα 384 ευρώ στα 320 ευρώ και χορήγησή της με τουλάχιστον 20 έτη ασφάλισης.
Η κυβέρνηση δεν συμφωνεί με αυτή την πρόταση και αντιπροτείνει μείωση μόνο για εξαιρετικές περιπτώσεις συνταξιοδότησης με 15-20 έτη ασφάλισης.
Από την άλλη μονόδρομος είναι για το οικονομικό επιτελείο οι οριζόντιες μειώσεις κατά 5% στις επικουρικές συντάξεις αλλά και στο ανώτατο «πλαφόν» της κύριας που σήμερα ανέρχεται στα 2.773 ευρώ και στα 3.680 ευρώ για τις πολλαπλές συντάξεις.
Η πρόταση που κατέθεσε η ελληνική πλευρά στο πλαίσιο της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης είναι το ανώτατο όριο της κύριας σύνταξης να χαμηλώσει στα 2.304 ευρώ και για το «άθροισμα» των συντάξεων στα 3.072 ευρώ.
Δηλαδή το νέο πλαφόν για την κύρια σύνταξη τοποθετείται στο εξαπλάσιο της εθνικής σύνταξης των 384 ευρώ, ενώ για τις πολλαπλές στο οκταπλάσιο αυτής.
Από τις αποφάσεις σε φορολογικό και ασφαλιστικό εξαρτάται και ο προσδιορισμός του δημοσιονομικού κενού την τριετία 2016-2018, για το οποίο οι διαφορές μεταξύ των ίδιων των δανειστών αλλά και της κυβέρνησης με τους δανειστές είναι μεγάλες.
Μετά τις διαβουλεύσεις μεταξύ των πιστωτών φαίνεται οι αριθμοί να «κάθονται» γύρω στα 5,5 δισ. ευρώ έναντι 1,9 δισ. ευρώ που υποστηρίζει η κυβέρνηση.
Οι δύο πλευρές καλούνται να επιταχύνουν τις διαπραγματεύσεις καθώς ο χρόνος πιέζει ασφυκτικά.
Με βάση τον υφιστάμενο σχεδιασμό, οι επικεφαλής του κουαρτέτου θα αναχωρήσουν λίγες ημέρες πριν από το Καθολικό Πάσχα (27 Μαρτίου).
Συνεπώς, η κυβέρνηση έχει ακόμα στη διάθεσή της περίπου ένα δεκαήμερο, για να κλείσει όσα περισσότερα ανοιχτά μέτωπα μπορέσει και να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση με τους πιστωτές στις αρχές Απριλίου.
Επόμενα ορόσημα είναι η Εαρινή Σύνοδος Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ)-Παγκόσμιας Τράπεζας στις 15-17 Απριλίου και η νέα συνεδρίαση του Eurogroup, που θα πραγματοποιηθεί στις 22 Απριλίου.
Ιδιαίτερα δε, μετά τους έξτρα φόρους που προκύπτουν ακόμη και για χαμηλόμισθους – χαμηλοσυνταξιούχους με εισοδήματα της τάξης των 7.272 ευρώ το χρόνο ή 606 ευρώ το μήνα.
Οι θεσμοί εμμένουν στην πρόταση τους για «κούρεμα» του σημερινού αφορολογήτου των 9.545 ευρώ, ενώ δεδομένη θεωρείται και η αύξηση της φορολογίας στα ενοίκια.
Την ίδια στιγμή, στα άκρα έχουν οδηγηθεί κυβέρνηση και δανειστές για το συνταξιοδοτικό.
Οι πιστωτές και ιδιαίτερα το ΔΝΤ, πιέζουν για μεγαλύτερες παρεμβάσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης ώστε να προκύψει μεγαλύτερη ανταποδοτικότητα για όσους εργαζόμενους έχουν από 25 έως 35 έτη ασφάλισης.
Όπως οι ίδιοι έχουν διαμηνύσει, χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερες μειώσεις στις νέες συντάξεις.
Μέχρι στιγμής, έχουν συμφωνηθεί μέτρα ύψους 900 εκατ. (σ.σ. ψηφίστηκαν το καλοκαίρι του 2015) και αναζητούνται άλλα τόσα κυρίως από τις κύριες συντάξεις.
Πρόκειται για αλλαγές που θα αναγκάσουν εκατομμύρια φορολογούμενους να βάλουν πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη και για το λόγο αυτό οι νέες διαβουλεύσεις με τους θεσμούς χαρακτηρίζονται ιδιαίτερα κρίσιμες.
Από την έκβαση τους θα διαφανεί αν τελικά η Αθήνα οδεύσει σε συμφωνία με τους θεσμούς μέχρι τις 25 Μαρτίου 2016 ή οι συζητήσεις με τους πιστωτές καταλήξουν σε «ναυάγιο».
Η ατμόσφαιρα πάντως στο Χίλτον όπου διεξάγονται αυτές οι συζητήσεις παραμένει «ηλεκτρισμένη», από τη στιγμή που συμβιβαστική λύση πάνω στα επίμαχα ζητήματα (νέες περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις, νέες φορολογικές κλίμακες για εισόδημα και εισφορά αλληλεγγύης, πρόσθετα μέτρα τριετίας 2016 – 2018 και διαχείριση «κόκκινων» δανείων ) δεν φαίνεται να υπάρχει για την ώρα.
Κυβέρνηση και δανειστές θα επιχειρήσουν αύριο να «παντρέψουν» τις προτάσεις τους πάνω στο φορολογικό όπου το κουαρτέτο ζητάει πρόσθετες φορολογικές επιβαρύνσεις οι οποίες θα πλήξουν τη «μαρίδα» των μισθωτών – συνταξιούχων που αποτελούν όμως και την πλειονότητα των φορολογούμενων.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσκαλώτος θα προσέλθει με νέα αντιπρόταση σε μια προσπάθεια να κάμψει τις πιέσεις των δανειστών για μικρότερο αφορολόγητο όριο στα επίπεδα των 7.000 έως 8.000 ευρώ έναντι 9.545 ευρώ που ισχύει σήμερα.
Χαμηλότερο αφορολόγητο σημαίνει μικρότερη έκπτωση φόρου που σήμερα φθάνει στα 2.100 ευρώ και το κουαρτέτο υποστηρίζει ότι θα πρέπει να υποχωρήσει στα 1.600 ευρώ. Το οικονομικό επιτελείο καταβάλει προσπάθειες προκειμένου η μείωση στην έκπτωση του φόρου να μην είναι μεγαλύτερη από 100 – 200 ευρώ.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε περίπτωση που η έκπτωση «κουρευτεί» κατά 100 ευρώ το αφορολόγητο «συρρικνώνεται» στα 9.090 ευρώ, ενώ για πιο βαθύ «κούρεμα» ήτοι 200 ευρώ το αφορολογήτου χαμηλώνει περαιτέρω και δη στα 8.636 ευρώ.
Με δεδομένη την πρόταση των θεσμών για αφορολόγητο κοντά στην ζώνη των 7.272 ευρώ, αυτό αντιστοιχεί σε έκπτωση του φόρου 1.600 ευρώ. Τούτο οδηγεί σε ένα «χαράτσι » το οποίο για τα χαμηλά εισοδήματα μπορεί να φθάσει ακόμη και τα 500 ευρώ, αφού με την πρόταση των θεσμών τις επιβαρύνσεις γλιτώνουν μόνο όσοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό των 580 ευρώ.
Αντίθετα, ωφελημένοι αυτού του σεναρίου είναι όσοι κατοικούν στα «ρετιρέ» της φορολογικής κλίμακας και δη όσοι έχουν εισοδήματα πάνω από τα 42.000 ευρώ.
Ενώ μέχρι σήμερα δεν δικαιούνταν την έκπτωση των 2.100 ευρώ, με την πρόταση των θεσμών για σταθερό αφορολόγητο θα έχουν την ίδια μείωση φόρου (1.600 ευρώ) με τους «μικρούς».
Να σημειωθεί ότι με βάση την ισχύουσα κλίμακα μισθωτών και συνταξιούχων, όσοι έχουν εισόδημα έως 21.000 ευρώ δικαιούνται στο ακέραιο την έκπτωση φόρου των 2.100 ευρώ η οποία οδηγεί σε έμμεσο αφορολόγητο 9.545 ευρώ.
Για εισοδήματα πάνω από 21.000 ευρώ, η έκπτωση φόρου των 2.100 ευρώ μειώνεται κατά 100 ευρώ για κάθε επιπλέον 1.000 ευρώ εισοδήματος και μέχρι το επίπεδο εισοδήματος των 42.000 ευρώ, στο οποίο η έκπτωση εξαλείφεται πλήρως.
Δεν είναι όμως μόνο το αφορολόγητο.
Η επιβολή του πρώτου φορολογικού συντελεστή 22% σε εισοδήματα έως 22.000 ευρώ και όχι έως 25.000 ευρώ όπως ισχύει σήμερα, θα σημάνει μεγάλες φορολογικές επιβαρύνσεις για μια μεγάλη μάζα φορολογουμένων.
Στόχος της πρότασης των δανειστών είναι να εισπραχθούν επιπλέον φορολογικά έσοδα άνω των 800 εκατ. ευρώ έναντι 600 εκατ. ευρώ της κυβερνητικής πρότασης.
Πρόκειται για ένα σχέδιο, το οποίο διαφέρει σημαντικά από αυτό της κυβέρνησης, το οποίο προβλέπει επιβαρύνσεις για εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ.
Όσον αφορά τα εισοδήματα από ενοίκια, τα δύο μέρη συμφώνησαν να προχωρήσει η φορολόγηση τους με βάση αυτά που ορίζει το μνημόνιο που ψηφίστηκε τον περασμένο Αύγουστο.
Δηλαδή θα ισχύσουν συντελεστές φόρου αυξημένοι από το 11% στο 15% για εισοδήματα από ενοίκια μέχρι του ύψους των 12.000 ευρώ και από το 33% στο 35% για τα ποσά άνω των 12.000 ευρώ.
Η κυβέρνηση έχει προτείνει επιπλέον και έναν συντελεστή 40% για τα εισοδήματα άνω των 45.000 ευρώ.
Στον αντίποδα αμετάβλητος θα παραμείνει ο τρόπος φορολόγησης του αγροτικού εισοδήματος μετά τις ανατροπές στο αφορολόγητο. Έτσι η αύξηση του συντελεστή από το 13% για το 2015 στο 20% για το 2016 και στο 26% για το 2017 «παγώνει» για την ώρα.
Στο ασφαλιστικό, το σχέδιο των δανειστών προβλέπει μεγαλύτερη αύξηση στα ποσοστά αναπλήρωσης για εργαζομένους με πάνω από 25 έτη ασφάλισης, διαφορετικά θα υπάρξουν μεγαλύτερες μειώσεις στις νέες συντάξεις.
Απαιτούν, επίσης μείωση της εθνικής σύνταξης από τα 384 ευρώ στα 320 ευρώ και χορήγησή της με τουλάχιστον 20 έτη ασφάλισης.
Η κυβέρνηση δεν συμφωνεί με αυτή την πρόταση και αντιπροτείνει μείωση μόνο για εξαιρετικές περιπτώσεις συνταξιοδότησης με 15-20 έτη ασφάλισης.
Από την άλλη μονόδρομος είναι για το οικονομικό επιτελείο οι οριζόντιες μειώσεις κατά 5% στις επικουρικές συντάξεις αλλά και στο ανώτατο «πλαφόν» της κύριας που σήμερα ανέρχεται στα 2.773 ευρώ και στα 3.680 ευρώ για τις πολλαπλές συντάξεις.
Η πρόταση που κατέθεσε η ελληνική πλευρά στο πλαίσιο της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης είναι το ανώτατο όριο της κύριας σύνταξης να χαμηλώσει στα 2.304 ευρώ και για το «άθροισμα» των συντάξεων στα 3.072 ευρώ.
Δηλαδή το νέο πλαφόν για την κύρια σύνταξη τοποθετείται στο εξαπλάσιο της εθνικής σύνταξης των 384 ευρώ, ενώ για τις πολλαπλές στο οκταπλάσιο αυτής.
Από τις αποφάσεις σε φορολογικό και ασφαλιστικό εξαρτάται και ο προσδιορισμός του δημοσιονομικού κενού την τριετία 2016-2018, για το οποίο οι διαφορές μεταξύ των ίδιων των δανειστών αλλά και της κυβέρνησης με τους δανειστές είναι μεγάλες.
Μετά τις διαβουλεύσεις μεταξύ των πιστωτών φαίνεται οι αριθμοί να «κάθονται» γύρω στα 5,5 δισ. ευρώ έναντι 1,9 δισ. ευρώ που υποστηρίζει η κυβέρνηση.
Οι δύο πλευρές καλούνται να επιταχύνουν τις διαπραγματεύσεις καθώς ο χρόνος πιέζει ασφυκτικά.
Με βάση τον υφιστάμενο σχεδιασμό, οι επικεφαλής του κουαρτέτου θα αναχωρήσουν λίγες ημέρες πριν από το Καθολικό Πάσχα (27 Μαρτίου).
Συνεπώς, η κυβέρνηση έχει ακόμα στη διάθεσή της περίπου ένα δεκαήμερο, για να κλείσει όσα περισσότερα ανοιχτά μέτωπα μπορέσει και να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση με τους πιστωτές στις αρχές Απριλίου.
Επόμενα ορόσημα είναι η Εαρινή Σύνοδος Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ)-Παγκόσμιας Τράπεζας στις 15-17 Απριλίου και η νέα συνεδρίαση του Eurogroup, που θα πραγματοποιηθεί στις 22 Απριλίου.
Παραδείγματα
1. Μισθωτός με εισόδημα 7.500 ευρώ.
– Φόρος σήμερα: 0
– Φόρος με την πρόταση των θεσμών: 50 ευρώ
2. Μισθωτός με εισόδημα 8.000 ευρώ
– Φόρος σήμερα: 0
– Φόρος με την πρόταση των θεσμών:160 ευρώ
3. Συνταξιούχος με εισόδημα 9.000 ευρώ
– Φόρος σήμερα: 0
– Φόρος με την πρόταση των θεσμών: 380 ευρώ.
4. Μισθωτός με εισόδημα 12.000 ευρώ.
– Φόρος σήμερα: 540 ευρώ
– Φόρος με την πρόταση των θεσμών: 1.040 ευρώ.
*Πρόσθετος φόρος 500 ευρώ.
Μ. Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr