Πάνω από 6,2 εκατομμύρια φορολογούμενοι έχουν ξεκινήσει και υποβάλλον τις δηλώσεις για τη φορολόγηση των εισοδημάτων που απέκτησαν το 2017.
Εκτός από τις αλλαγές στις αποδείξεις και το αφορολόγητο και τη νέα παγίδα της εφορίας για όσους δηλώνουν φιλοξενούμενοι, υπάρχει μια ακόμη αλλαγή.
Αφορά τις ιατρικές και φαρμακευτικές δαπάνες.
Από την 1η Ιανουαρίου 2017 καταργήθηκε η διάταξη που προέβλεπε την έκπτωση φόρου 10%, εφόσον οι δαπάνες αυτές υπερβαίνουν συνολικά το 5% του ετήσιου ατομικού εισοδήματός του.
Νοσήλια και ιατροφαρμακευτικά έξοδα λαμβάνονται υπόψη μόνο για το χτίσιμο του αφορολόγητου ορίου. Έτσι, η έκπτωση φόρου 10% που ίσχυε έως πέρυσι πλέον καταργήθηκε και οι αποδείξεις από ιατρικές επισκέψεις και αγορά φαρμάκων θα προστίθενται στις υπόλοιπες καταναλωτικές δαπάνες και θα λαμβάνονται υπόψη για την εξασφάλιση έκπτωσης φόρου από 1.900 ευρώ (άγαμοι χωρίς παιδιά) έως 2.100 ευρώ (έγγαμοι με 3 παιδιά και άνω).
Το «αγκάθι» και η γραφειοκρατία
Η συμπλήρωση του εντύπου Ε1 εξελίσσεται σε πονοκέφαλο για όσους νοσηλεύτηκαν σε ιδιωτική κλινική ή αποζημιώθηκαν από ασφαλιστική εταιρεία για συμβόλαιο υγείας.
Η διαδικασία αναγνώρισης των ιατρικών εξόδων προκειμένου να εκπέσουν του φόρου είναι αρκετά γραφειοκρατική.
Σε περίπτωση που κάποια από τα δικαιολογητικά που αφορούν σε δαπάνες μείωσης φόρου έχουν κατατεθεί στον εργοδότη του φορολογούμενου ή στο ασφαλιστικό ταμείο/ασφαλιστική εταιρία όπου είναι ασφαλισμένος προκειμένου να αποζημιωθεί για την πραγματοποίηση αυτών των δαπανών, λαμβάνεται υπόψη μόνο το τυχόν μέρος της δαπάνης που επιβαρύνθηκε ο ίδιος ο φορολογούμενος.
Τέτοιες δαπάνες αποτελούν οι φαρμακευτικές, οι δαπάνες για την αγορά ορθοπεδικών ειδών (νάρθηκες, κηδεμόνες, υποδήματα, κ.λπ.), αναλώσιμων νοσηλευτικών υλικών, αναπηρικών βοηθητικών οργάνων (πατερίτσες, αναπηρικά αμαξίδια, στρώματα κατάκλισης, κ.λπ.), ειδικών μηχανημάτων (νεφελοποιητές, συσκευές αναρρόφησης, φιάλες οξυγόνου, κ.λπ.), οι δαπάνες για έξοδα μετακίνησης και διαμονής των ασφαλισμένων, οι δαπάνες για νοσήλια, οι δαπάνες για βρεφονηπιακούς σταθμούς, κ.λπ., όταν δεν καλύπτονται στο σύνολό τους από εργοδότες, ασφαλιστικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες δύναται να χρησιμοποιηθούν από τους φορολογουμένους.
Προκειμένου να ληφθούν αυτά τα ποσά υπόψη, απαιτείται βεβαίωση του εργοδότη ή ασφαλιστικού ταμείου ή της ασφαλιστικής εταιρείας από την οποία να προκύπτουν τα ακόλουθα:
- Τα στοιχεία του προσώπου για το οποίο καταβλήθηκε η δαπάνη.
- Ο τρόπος εξόφλησης και το συνολικό ποσό της δαπάνης για το οποίο υποβλήθηκαν δικαιολογητικά.
- Ο αριθμός και η ημερομηνία της απόδειξης παροχής υπηρεσιών ή της απόδειξης λιανικής πώλησης στην οποία αναγράφεται το ποσό της δαπάνης.
- Το ποσό της δαπάνης που καλύφθηκε από τον εργοδότη ή το ασφαλιστικό ταμείο ή την ασφαλιστική επιχείρηση.
- Το υπόλοιπο ποσό της δαπάνης με το οποίο επιβαρύνεται ο φορολογούμενος.
- Στην περίπτωση που η βεβαίωση εκδοθεί κατά το επόμενο έτος από το έτος που κατεβλήθησαν οι δαπάνες, είτε υποβάλλεται τροποποιητική δήλωση για το έτος που κατεβλήθησαν, είτε δηλώνονται για να εκπέσουν στο έτος χορήγησης της βεβαίωσης.