Με την εγκύκλιο Ε.2089/2023 διευκρινίζονται θέματα αναφορικά με τη διαδικασία αίτησης, τον τύπο, το περιεχόμενο και τη διαδικασία χορήγησης του αποδεικτικού ενημερότητας του άρθρου 12 του ΚΦΔ μετά και την έκδοση των αποφάσεων Α.1162/19.10.2023, όπως τροποποιήθηκε με την Α.1181/2023 (Β’ 6520), και Α. 1163/2023 κατ’ εξουσιοδότηση αντιστοίχως των παρ. 5 και 8 του άρθρου 12 του ΚΦΔ.

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Φυσικά και Νομικά Πρόσωπα, καθώς και πιστοποιημένοι φορείς στη Φορολογική Διοίκηση που αιτούνται αποδεικτικό ενημερότητας.

Με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 12 του ΚΦΔ, όπως τροποποιούνται με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 5036/2023 (Α΄77), και των αποφάσεων α) Α.1162/19.10.2023 (Β΄6129/2023) & Α.1181/2023 (Β΄6520) Κοινές Αποφάσεις του Υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, β) Α.1163/2023 (Β΄6137/2023) Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ, επέρχονται τροποποιήσεις αναφορικά με τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας.

Ειδικότερα:

ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΡΩΤΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A. Αποδεικτικό ενημερότητας του άρθρου 12 του ΚΦΔ.

1. Το αποδεικτικό ενημερότητας εκδίδεται υποχρεωτικά ψηφιακά και αν αυτό δεν είναι εφικτό τότε χορηγείται από οποιαδήποτε Δ.Ο.Υ. ή Κέντρο Βεβαίωσης και Είσπραξης (ΚΕ.Β.ΕΙΣ.) ή το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) ή το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.).

Αν υφίσταται αδυναμία ψηφιακής έκδοσης ο αιτών το αποδεικτικό ενημερώνεται για τον λόγο απόρριψης μέσω της εφαρμογής «Αποδεικτικό ενημερότητας – Οι Αιτήσεις μου» της ψηφιακής πύλης «myAADE», προκειμένου να υποβάλλει εκ νέου αίτηση μέσω της εφαρμογής “τα Αιτήματά μου» στην αρμόδια Υπηρεσία προσκομίζοντας τα τυχόν απαραίτητα ανά περίπτωση δικαιολογητικά.

2. Σημειώνεται ότι οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και δηλώσεις Φ.Π.Α. που απαιτείται να έχουν υποβληθεί είναι αυτές της τελευταίας πενταετίας που η προθεσμία υποβολής τους έχει λήξει ένα μήνα πριν από την ημερομηνία αίτησης έκδοσης του αποδεικτικού ενημερότητας. Οι εν λόγω έλεγχοι διενεργούνται από τα πληροφοριακά συστήματα της ΑΑΔΕ.

Αν δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής δηλώσεων, υποβάλλεται από τον αιτούντα Υπεύθυνη Δήλωση στην οποία δηλώνεται ότι: «Με ατομική μου ευθύνη και γνωρίζοντας τις κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 22 του Ν.1599/1986, δηλώνω ότι δεν είμαι υπόχρεος σε υποβολή φορολογικής δήλωσης για τα φορολογικά έτη: ….».

Αίτηση χορήγησης αποδεικτικού.

3. Στην αίτηση χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας, αναγράφονται:

α. αν υποβάλλεται από φυσικό πρόσωπο, ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, Αριθμός Φορολογικού Μητρώου, διεύθυνση επαγγέλματος και κατοικίας, αριθμός δελτίου αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατηρίου, αν πρόκειται για αλλοδαπούς,

β. αν υποβάλλεται από νομικό πρόσωπο, επωνυμία, διεύθυνση και Αριθμός Φορολογικού Μητρώου,

γ. ο σκοπός για τον οποίο ζητείται,

δ. ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου και η επωνυμία ή το ονοματεπώνυμο του φορέα στον οποίο θα κατατεθεί.

Αν ο αιτών το αποδεικτικό επιθυμεί την παρακράτηση όλου του ποσού της είσπραξης ή του τιμήματος και μέχρι του ύψους των συνολικών βεβαιωμένων οφειλών του, συμπληρώνει το αντίστοιχο πεδίο επί της αίτησης.

4. Όταν η αιτία χορήγησης είναι η είσπραξη χρημάτων, αναγράφονται επιπλέον:

α) τα στοιχεία του τίτλου πληρωμής με τον Μοναδικό Αριθμό Καταχώρισης (ΜΑΡΚ) ή

β) αν λείπει ο ΜΑΡΚ, οποιοδήποτε στοιχείο ταυτοποιεί τη συγκεκριμένη πληρωμή, όπως αριθμός τιμολογίου ή άλλου παραστατικού, πράξη διατάκτη, αριθμός απόφασης, κλπ.

γ) το ποσό της είσπραξης για το οποίο απαιτείται αποδεικτικό ενημερότητας,

δ) στην περίπτωση περιοδικών απαιτήσεων για την είσπραξη των οποίων απαιτείται αποδεικτικό ενημερότητας, αναγράφονται επιπλέον τα στοιχεία της περιοδικής απαίτησης που αποδεικνύουν τον περιοδικό χαρακτήρα αυτής, όπως ενδεικτικά:

  • ο αύξων αριθμός της περιοδικής απαίτησης/σύμβασης, και
  • η ημερομηνία του εγγράφου/σύμβασης.

Επισημαίνεται ότι αν στα στοιχεία του τίτλου πληρωμής συμπεριλαμβάνονται έως και πέντε (5) ΜΑΡΚ, αυτά αναγράφονται στην αίτηση. Άλλως, εάν συμπεριλαμβάνονται άνω των πέντε ΜΑΡΚ, αναγράφεται το πλήθος αυτών, η συνολική αξία αυτών και οποιοδήποτε στοιχείο ταυτοποιεί την πληρωμή.

5. Τα στοιχεία της παρ. (4) αναγράφονται επί του αποδεικτικού ενημερότητας μόνο όταν αυτό εκδίδεται για είσπραξη χρημάτων με τον όρο της παρακράτησης.

6. Όταν η αιτία χορήγησης είναι η μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία με τίμημα και το αποδεικτικό ενημερότητας εκδίδεται με τον όρο της παρακράτησης, αναγράφονται επιπλέον της παρ. (3):

α) ο/οι αριθμός/ οι ταυτότητας ακίνητου (Α.Τ.ΑΚ.) του ακινήτου το οποίο θα μεταβιβαστεί ή επί του οποίου θα συσταθεί εμπράγματο δικαίωμα.

β) η αντικειμενική αξία (βάσει ποσοστού κυριότητας του αιτούντος) του ακινήτου ή του εμπράγματου δικαιώματος,

γ) το τίμημα (βάσει ποσοστού κυριότητας),

δ) οι όροι παρακράτησης και απόδοσης του τιμήματος (π.χ. μέσω χορήγησης δανείου).

7. Δεν απαιτείται η αναγραφή του Α.Τ.ΑΚ. του ακινήτου όταν:

α. ο αιτών το αποδεικτικό ενημερότητας δεν έχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης Στοιχείων Ακινήτων

β. το προς μεταβίβαση δικαίωμα δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 του άρθρου 23 του ν. 3427/2005,

γ. το αποδεικτικό ενημερότητας ζητείται σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 12 του ΚΦΔ για τον εργολάβο κατά τη μεταβίβαση ποσοστών οικοπέδου σε τρίτο,

δ. το αποδεικτικό ενημερότητας ζητείται για τη σύνταξη συμβολαίου μεταβίβασης ακινήτου σε εκτέλεση προσυμφώνου με αυτοσύμβαση.

Επισημαίνεται ότι για τις υποπερ. β και γ, καθώς και στην υποπερ. δ της παρ. (7) εάν ο αγοραστής ζητεί το αποδεικτικό ενημερότητας για λογαριασμό του πωλητή λόγω του δικαιώματος της αυτοσύμβασης, το αποδεικτικό ενημερότητας εκδίδεται ψηφιακά μόνο από τον συμβολαιογράφο. Εάν υφίσταται αδυναμία ψηφιακής έκδοσης για τις ανωτέρω περιπτώσεις, οι φορολογούμενοι υποβάλλουν σχετική αίτηση στις Δ.Ο.Υ., τα ΚΕ.Β.ΕΙΣ., το Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. ή το Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.. προσκομίζοντας και τα απαραίτητα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν πχ την ύπαρξη του δικαιώματος της αυτοσύμβασης, σύμφωνα με την παρ. (1).

8. Αποδεικτικό ενημερότητας με όρο παρακράτησης.

α. Στο αποδεικτικό ενημερότητας που εκδίδεται με όρο παρακράτησης αναγράφεται το ποσό ή το ποσοστό παρακράτησης ή η επισήμανση «με παρακράτηση όλου του ποσού» και ο κατά περίπτωση κωδικός πληρωμής (Τ.Ο.Π.), με τον οποίο ο υπόχρεος θα αποδώσει το ποσό της παρακράτησης στους φορείς είσπραξης για λογαριασμό της Φορολογικής Διοίκησης κατά την κείμενη νομοθεσία.

β. Αν το αποδεικτικό ενημερότητας με τον όρο της παρακράτησης χορηγήθηκε ψηφιακά, το ειδικό βιβλίο παρακρατήσεων παρακολουθείται από την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής για την αντίστοιχη υπηρεσία φορολογίας εισοδήματος του αιτούντος το αποδεικτικό.

γ. Το ποσοστό παρακράτησης, όπου απαιτείται, επί του αποδεικτικού ενημερότητας, όταν η αιτία χορήγησής του είναι η μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία ή η είσπραξη χρημάτων, προκύπτει ψηφιακά, σύμφωνα με το άρθρο 8 της ΚΥΑ με Α.1162/2023. Στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή η ψηφιακή χορήγηση του αποδεικτικού ενημερότητας με τον όρο της παρακράτησης, το ποσοστό παρακράτησης ορίζεται βάσει των ανωτέρω διατάξεων από τον αρμόδιο Προϊστάμενο για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών υπηρεσία.

Ειδικότερα:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ B. Αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων με τον όρο της παρακράτησης

9. Αν η αιτία χορήγησης του αποδεικτικού ενημερότητας είναι η είσπραξη χρημάτων, τότε το ποσοστό παρακράτησης επί της είσπραξης βαίνει μειούμενο ανάλογα με το ποσοστό εξόφλησης της ρύθμισης ή των ρυθμίσεων στις οποίες έχουν υπαχθεί οι οφειλές. Τα ποσοστά παρακράτησης επί του εισπραττόμενου ποσού ορίζονται ως εξής:

α. δέκα τοις εκατό (10%) όταν έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του εβδομήντα τοις εκατό (70%) της ρυθμισμένης οφειλής,

β. τριάντα τοις εκατό (30%) όταν έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του πενήντα τοις εκατό (50%) έως και εβδομήντα τοις εκατό (70%) της ρυθμισμένης οφειλής,

γ. πενήντα τοις εκατό (50%) όταν έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του τριάντα τοις εκατό (30%) έως και πενήντα τοις εκατό (50%) της ρυθμισμένης οφειλής,

δ. εβδομήντα τοις εκατό (70%) όταν έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό έως και τριάντα τοις εκατό (30%) της ρυθμισμένης οφειλής.

10. Τα ποσοστά παρακράτησης της περ. (9). προσαυξάνονται ως ακολούθως:

α. κατά δέκα (10) ποσοστιαίες μονάδες, εάν ο αιτούμενος την έκδοση ενημερότητας είναι φυσικό πρόσωπο και ο λόγος του ύψους του υπολοίπου της οφειλής που δύναται να παρακρατηθεί, σε σχέση με το ποσό του μέσου ετήσιου πραγματικού δηλωθέντος εισοδήματός του της τελευταίας τριετίας, το οποίο μπορεί να διατεθεί για την αποπληρωμή της οφειλής του, είναι μεγαλύτερος του δύο (2) ή το μέσο ετήσιο πραγματικό δηλωθέν εισόδημα της τελευταίας τριετίας, το οποίο μπορεί να διατεθεί για την αποπληρωμή της οφειλής του, είναι αρνητικό. Πρόκειται για το αποτέλεσμα του κλάσματος με αριθμητή το ποσό της οφειλής και παρονομαστή το υπόλοιπο του εισοδήματος προς διάθεση, όπως αυτό προκύπτει μετά την αφαίρεση της μέσης ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης [Πίνακας 5, 1, του εντύπου δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ΦΠ (Ε1)].

β. κατά δέκα (10) ποσοστιαίες μονάδες, εάν ο αιτούμενος την έκδοση ενημερότητας είναι νομικό πρόσωπο/νομική οντότητα που τηρεί απλογραφικό λογιστικό σύστημα ή νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και ο λόγος του ύψους του υπολοίπου της οφειλής που δύναται να παρακρατηθεί, σε σχέση με το μέσο όρο του ετήσιου καθαρού φορολογητέου εισοδήματός του της τελευταίας τριετίας (κωδ 001 «Φορολογητέα Κέρδη» ή 003 «Ζημία» του εντύπου Ν – «ΔΗΛΩΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ»), είναι μεγαλύτερος του δύο (2) ή ο μέσος όρος του ετήσιου καθαρού φορολογητέου εισοδήματος της τελευταίας τριετίας είναι αρνητικός.

γ. κατά δέκα (10) ποσοστιαίες μονάδες, εάν ο αιτούμενος την έκδοση ενημερότητας είναι νομικό πρόσωπο/νομική οντότητα που τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα και ο λόγος του ύψους του υπολοίπου της οφειλής που δύναται να παρακρατηθεί προς τον μέσο όρο EBITDA (Εarnings Βefore Ιnterest, Τaxes, Depreciation, and Amortization) των τελευταίων τριών ετών είναι μεγαλύτερος του 2 ή ο μέσος όρος του EBITDA των τελευταίων τριών ετών είναι αρνητικός.

δ. κατά δεκαπέντε (15) ποσοστιαίες μονάδες, εάν ο αιτούμενος την έκδοση ενημερότητας τα δύο τελευταία έτη πριν από την υποβολή της αίτησης υποβάλλει μηδενικές δηλώσεις εισοδήματος και ΦΠΑ.

Στην περίπτωση που ο αιτούμενος το αποδεικτικό εμπίπτει σε παραπάνω από μια από τις παραπάνω κατηγορίες προσαύξησης, λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο ποσοστό προσαύξησης αυτών.

11. Σε κάθε περίπτωση, τα ως άνω συνολικά ποσοστά παρακράτησης πρέπει να αντιστοιχούν στην κάλυψη τουλάχιστον δύο (2) δόσεων της τηρούμενης ρύθμισης/ρυθμίσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού, εφόσον οι εναπομένουσες δόσεις είναι έως και δώδεκα (12). Εάν, ωστόσο, οι εναπομένουσες δόσεις της τηρούμενης ρύθμισης/ρυθμίσεων είναι περισσότερες των δώδεκα (12), το ποσοστό παρακράτησης πρέπει να αντιστοιχεί τουλάχιστον στην κάλυψη τεσσάρων (4) δόσεων της τηρούμενης ρύθμισης/ρυθμίσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού.

12. Είσπραξη περιοδικών απαιτήσεων κατά του Δημοσίου

Κατ’ εξαίρεση των ανωτέρω παρ. (9), (10) και (11), στις περιπτώσεις που υφίστανται περιοδικές απαιτήσεις κατά του Δημοσίου Τομέα για την είσπραξη των οποίων απαιτείται αποδεικτικό ενημερότητας, και με την προϋπόθεση ότι αυτές οι περιοδικές απαιτήσεις αφορούν τον ίδιο φορέα, το ποσοστό παρακράτησης ορίζεται ως ακολούθως:

α) Στο δέκα τοις εκατό (10%) επί της εισπραττόμενης απαίτησης για συνολική εναπομένουσα ρυθμισμένη οφειλή έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ.

β) Εάν η εναπομένουσα ρυθμισμένη οφειλή είναι άνω των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, το ποσοστό παρακράτησης πρέπει να αντιστοιχεί στην κάλυψη μίας (1) δόσης της τηρούμενης ρύθμισης/ρυθμίσεων που έπεται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού ενημερότητας και να ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) του εισπραττόμενου ποσού αλλά να μην υπερβαίνει το τριάντα τοις εκατό (30%) αυτού. Σημειώνεται ότι στην περίπτωση που η μία (1) δόση της τηρούμενης ρύθμισης/ρυθμίσεων του προηγούμενου εδαφίου έχει ήδη καλυφθεί, το ποσοστό παρακράτησης περιορίζεται στο δέκα τοις εκατό (10%) του εισπραττόμενου ποσού.

Τα στοιχεία του φορέα, τα στοιχεία που αποδεικνύουν την περιοδικότητα της απαίτησης, όπως τα στοιχεία της σύμβασης, και το εισπραττόμενο ποσό αναγράφονται τόσο στην αίτηση όσο και επί του αποδεικτικού ενημερότητας. Ο περιοδικός χαρακτήρας της απαίτησης ελέγχεται από το φορέα που διενεργεί την πληρωμή ή την εξόφληση του τίτλου. Ο τελευταίος αυτός όρος αναγράφεται υποχρεωτικά και επί του αποδεικτικού ενημερότητας. Σε περίπτωση που ο περιοδικός χαρακτήρας της απαίτησης δεν επιβεβαιώνεται από τον φορέα ή εν γένει τα στοιχεία της απαίτησης, όπως έχουν αναγραφεί επί του αποδεικτικού ενημερότητας, δεν είναι ορθά, τότε ο φορέας δεν κάνει χρήση του αποδεικτικού ενημερότητας και ενημερώνει σχετικά την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ. Αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία (με τίμημα) με τον όρο της παρακράτησης.

13. Όταν αιτία χορήγησης του αποδεικτικού είναι η μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία με τίμημα, το ποσοστό παρακράτησης επί του τιμήματος, εφόσον το τίμημα δεν υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας, ορίζεται ως εξής: α. Όταν ο αιτών το αποδεικτικό έχει ληξιπρόθεσμες ρυθμισμένες οφειλές, εβδομήντα τοις εκατό (70%) επί του τιμήματος και έως το ύψος των ληξιπρόθεσμων ρυθμισμένων οφειλών. Οι

βεβαιωμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές σε καθεστώς αναστολής είσπραξης που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση δεν προσμετρούνται κατά τον υπολογισμό των ανωτέρω.

β. Όταν ο αιτών το αποδεικτικό έχει συνολικές ληξιπρόθεσμες βασικές οφειλές άνω των 50.000 ευρώ σε καθεστώς αναστολής είσπραξης, ανεξαρτήτως εάν έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, πενήντα τοις εκατό (50%) επί του τιμήματος και έως το ύψος των συνολικών ληξιπρόθεσμων οφειλών σε αναστολή είσπραξης συμπεριλαμβανομένων των επιβαρύνσεων αυτών, ήτοι των προσαυξήσεων/τόκων και του προστίμου εκπρόθεσμης καταβολής.

14. Αν υφίστανται οφειλές του αιτούντος το αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία που εμπίπτουν και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις, εφαρμόζονται σωρευτικά οι ανωτέρω κανόνες παρακράτησης επί του τιμήματος ή επί της αντικειμενικής αξίας που ισχύουν για κάθε περίπτωση και μέχρι το εβδομήντα τοις εκατό (70%) επί του τιμήματος ή επί της αντικειμενικής αξίας αντιστοίχως. (βλ. Ενότητα Τρίτη παραδείγματα 7, 8).

15. α. Στην περίπτωση που με το ποσό της παρακράτησης υπολογισμένο επί του τιμήματος δεν εξοφλούνται πλήρως οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές (ληξιπρόθεσμες ρυθμισμένες οφειλές και ληξιπρόθεσμες οφειλές σε καθεστώς αναστολής είσπραξης, οι οποίες κατά τα ανωτέρω δύνανται να παρακρατηθούν κατά περίπτωση) και το τίμημα υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας, τότε το ποσό της παρακράτησης υπολογίζεται επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου και υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό της παρακράτησης που προκύπτει από τον ανωτέρω υπολογισμό (επί της αντικειμενικής αξίας) δεν υπερβαίνει το τίμημα.

β. Στην περίπτωση που το ποσό της παρακράτησης, όπως προκύπτει υπολογιζόμενο επί της αντικειμενικής αξίας ως ανωτέρω, υπερβαίνει το τίμημα, δεν χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας αλλά εξετάζονται οι προϋποθέσεις χορήγησης βεβαίωσης οφειλής σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 12 του ΚΦΔ και τα οριζόμενα στην απόφαση ΠΟΛ.1275/2013 (Β΄3398) (βλ. Ενότητα Τρίτη παραδείγματα 6, 9).

16. Υπενθυμίζεται ότι σε κάθε περίπτωση χορήγησης αναστολής κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 200 έως 209, 227 και 228 του ν. 2717/1999, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., ΚΕ.Β.ΕΙΣ. κ.ο.κ. μπορεί να χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων ή σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων επ’ αυτών, εφόσον συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις χορήγησης του αποδεικτικού ενημερότητας και η εναπομείνασα καθαρή αξία της ακίνητης περιουσίας του υπόχρεου υπερκαλύπτει το σύνολο της αμφισβητούμενης οφειλής (παρ. 2 άρθρου 29 ν. 3296/2004, Α΄253, η οποία συμπλήρωσε την παρ. 12 του άρθρου 46 ν.3220/2004). Άλλως δεν εκδίδεται αποδεικτικό ενημερότητας /βεβαίωση οφειλής.

Δείτε ολόκληρη την εγκύκλιο στην Online Τράπεζα.